Η Νέα Λάρισα διαπιστώνει, προτείνει, διεκδικεί, απαιτεί


Ανάληψη πρωτοβουλίας για το θέμα των ακινήτων και της ιδιοκτησίας σε σχέση με τις αντικειμενικές αξίες και την δημευτική υπερφορολόγηση (με τελευταία πράξη της πολιτικής τον ΕΝΦΙΑ) έλαβε η «Νέα Λάρισα», πρόταση την οποία απέστειλε και στον Δήμαρχο Λαρισαίων κ. Καλογιάννη. Αναλυτικά:

Η τοπική κοινωνία, οι δημότες μας, αντιμετωπίζουν τα τελευταία χρόνια τις βαριές συνέπειες μίας πολιτικής ύφεσης που, εν πολλοίς, στηρίζεται σε μία άκριτη επιβολή φόρων. Κυρίαρχα έχει πληγεί η ακίνητη περιουσία τόσο μέσα από την διαρκώς υποβάθμιση της αξίας της όσο και, από την δημευτική φορο-επιδρομή που δέχεται.

Ο Δήμος Λαρισαίων πρέπει να βγει μπροστά. Πρέπει να προστατέψει τους δημότες του. Πρέπει να προστατέψει επίσης, και το δημοτικό συμφέρον που πλήττεται από την πολιτική αυτή επί της κτηματαγοράς και της ιδιοκτησίας. Δημοτικό συμφέρον που έχει άμεσα σχέση με τις υψηλές αντικειμενικές αξίες σε σχέση με την πραγματικότητα της αγοράς και, επηρεάζει έτσι, δυσμενώς, την άσκηση Πολεοδομικής και Χωροταξικής πολιτικής εκ μέρους του Δήμου.

Ζητάμε λοιπόν, να λάβετε υπ’ όψιν τις επισημάνσεις μας και, να προχωρήσετε άμεσα, στην υλοποίηση των προτάσεών μας  (ή και άλλων που πιθανόν να προκύψουν μέσα από το διάλογο στο ΔΣ)

Με εκτίμηση,

                                                Για τη Νέα Λάρισα, ο επικεφαλής

ΚωνσταΝτίνος Διαμάντος

Δημοτικός Σύμβουλος

Η Νέα Λάρισα διαπιστώνει, προτείνει, διεκδικεί, απαιτεί.

Για το μεγάλο θέμα της ακολουθούμενης «δημευτικής πολιτικής» επί της ακίνητης περιουσίας των Ελλήνων δημοτών του Δήμου Λαρισαίων.

 

ΙΔΙΟΚΑΤΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ

Σύμφωνα με έρευνα της Eurostatτο ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα είναι μεγάλο μεν, αλλά με 75% βρίσκεται πολύ κοντά στις εκτιμήσεις της Eurostat για το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις χώρες της ζώνης του ευρώ (66,9%).       Μάλιστα φέρνει την Ελλάδα κάτω από τη μέση, στη 16η θέση, μεταξύ 30 ευρωπαϊκών χωρών, στην ιδιοκατοίκηση!

Συγκεκριμένα, τα στοιχεία που παρουσιάζονται σε διάγραμμα από τις επίσημες σελίδες της Eurostat δείχνουν ότι οι Έλληνες σε ποσοστό 60% έχουν ιδιόκτητη κατοικία χωρίς να έχουν στεγαστικό δάνειο ή υποθήκη. Ποσοστό 15% κατοικούν σε ιδιόκτητο ακίνητο, το οποίο απέκτησαν με στεγαστικό δάνειο και υποθήκη. Συνολικά 75% κατοικούν στην Ελλάδα σε ιδιόκτητη κατοικία.

Τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης είναι πολύ μεγαλύτερα στις πρώην Ανατολικές χώρες. Ρουμανία, Κροατία, Λιθουανία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Νορβηγία, Λετονία, Βουλγαρία, Εσθονία, Νορβηγία, Τσεχία, Ισπανία, Ισλανδία, Σλοβενία και Μάλτα, παρουσιάζουν μεγαλύτερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης από την Ελλάδα.

Πρωταθλητές στα στεγαστικά δάνεια είναι οι Σουηδοί, οι Ολλανδοί, οι Νορβηγοί και οι Ισλανδοί, με τους Δανούς να ακολουθούν. Έπονται στα στεγαστικά δάνεια σε σχέση με τον πληθυσμό οι κάτοικοι της Μεγάλης Βρετανίας, του Λουξεμβούργου, του Βελγίου και της Φινλανδίας και μετά είναι οι Ισπανοί.

 

 

 

 

 

 

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΟΦΕΛΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΚΑΤΟΙΚΗΣΗ & ΤΟΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟ ΤΟΜΕΑ (ιδιωτικό & δημόσιο)

Διαχρονικά, η «κατασκευή» (δημόσια και ιδιωτική) στην Ελλάδα προσέδιδε σταθερά ποσοστό στο ΑΕΠ της χώρας που προσέγγιζε το 20%.

            Σημαντική σημείωση: Αν η Ελλάδα προωθούσε την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας σε υλικά της κατασκευής και μάλιστα, φιλοπεριβαλλοντικά, τότε, η κεφαλαιοποίηση της «ιδιοκατοίκησης» και του «κατασκευαστικού τομέα» θα ήταν πολύ μεγαλύτερη για τη χώρα, αφού θα προσέθετε στο εμπορικό ισοζύγιο (εισαγωγών- εξαγωγών).

Μέσα από τα ακίνητα η Ελλάδα προσπορίζονταν άμεσα ή έμμεσα σημαντικό ποσοστό των φορολογικών εσόδων.

Έσοδα που καταρχήν, αφορούσαν τις μεταβιβάσεις ακινήτων. Ο κυριότερος λόγος που θεσπίστηκαν οι αντικειμενικές τιμές των ακινήτων με το άρθρο 41 του νόμου 1249/1982, επί υπουργίας του Μανώλη Δρεττάκη ώστε, να μπορεί το κράτος να εισπράττει ένα ελάχιστο ποσό φόρου κατά τις μεταβιβάσεις των ακινήτων.             Αργότερα βέβαια, απέκτησαν και άλλες χρήσεις, για τον υπολογισμό φορολογικών υποχρεώσεων των πολιτών.

Η εξέλιξη των (διοικητικά επιβαλλόμενων) αντικειμενικών τιμών των ακινήτων στην Ελλάδα, και η σχέση τους με τις πραγματικές τιμές, τις εμπορικές τιμές της αγοράς όπως διαμορφώνονταν, δεν ανταποκρίνονταν στη βασική τους αποστολή αλλά, σε μία καθαρά «πολιτική είσπραξης φόρων». Η δε συμβολή τους στην ελληνική “φούσκα” ακινήτων της προηγούμενης 20ετίας ήταν καθοριστική.

Οι αντικειμενικές αξίες κινήθηκαν πιο ανοδικά από τις εμπορικές αξίες.

Σε έρευνα σε 15 περιοχές από διάφορα μέρη της Ελλάδας ( 8 από την Αττική, 2 από τη Θεσσαλονίκη, 1 από τις Σέρρες, 1 από τη Λάρισα – η οδός Βενιζέλου-, 1 από την Πάτρα, 1 από τη Ρόδο και μία από το Ηράκλειο Κρήτης), διαπιστώθηκε ότι, από τις 15 περιοχές που επιλέχθηκαν, οι 13 – και η Λάρισα σε αυτές- σημείωσαν αύξηση στην τιμή ζώνης και στην αντικειμενική αξία, μεγαλύτερη της εμφανιζόμενης ως “μέσος όρος ανόδου” από τους πίνακες της Τράπεζας της Ελλάδος.

Σ’ αυτό, καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και η έλλειψη Εθνικής «πολιτικής γης».

Η οποία, διαχρονικά, αντικαθίσταντο από μία «πολιτική γης» η οποία, χωρίς την ύπαρξη των πολεοδομικών και χωροταξικών θεσμικών εργαλείων (Εθνικό Κτηματολόγιο, Εθνικά και Περιφερειακά Χωροταξικά, Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια) επικαιροποιημένων και προσαρμοσμένων σε αναπτυξιακούς στόχους της χώρας, εξυπηρετούσε οικονομικά και συντεχνιακά συμφέροντα.

 

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ & ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΑΥΤΩΝ

Το διάστημα 1993 – 2007 υπήρξε μία περίοδος έντονης αύξησης των τιμών των ακινήτων. Σύμφωνα με τον δείκτη τιμών της Τράπεζας της Ελλάδας, οι τιμές των ακινήτων στην περιοχή της Αθήνας αυξήθηκαν κατά 308%, στην περιοχή της Θεσσαλονίκης κατά 300% και, στις άλλες αστικές περιοχές κατά 210,5%.

Η αύξηση αυτή, υπήρξε αποτέλεσμα της θετικής πορείας της οικονομίας -όπως αυτή διαμορφώθηκε από το θετικό διεθνές περιβάλλον-, την πτώση των επιτοκίων και την είσοδο της χώρας στην Ευρωζώνη. Αυτοί οι παράγοντες διατήρησαν, επί χρόνια, σε υψηλά επίπεδα τις προσδοκίες του κοινού για την εξέλιξη των τιμών.

Κατά την ίδια περίπου περίοδο, θεαματική αύξηση γνώρισαν τα ακίνητα και στα περισσότερα κράτη του ΟΟΣΑ. Από τις 20 χώρες του πίνακα (ο πίνακας αναφέρεται στην περίοδο 1995-2008) σε 14 χώρες παρατηρήθηκε αύξηση στις τιμές των ακινήτων, σε ποσοστό πάνω από 100%. Σε τέσσερις χώρες η αύξηση ήταν κάτω από 100%, ενώ μόλις σε δύο χώρες σημειώθηκε πτώση (Ιαπωνία: – 35,3%, Γερμανία: – 8,0%).

Από τις εξεταζόμενες χώρες του ΟΟΣΑ, οι τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα σημείωσαν τη δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση, με 238,4%. Πρώτη κατατάχθηκε η Ιρλανδία, με αύξηση των τιμών που έφθασε στο 393,7%.

Οι τιμές κορυφώθηκαν, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις χώρες του ΟΟΣΑ, κατά τη διάρκεια της διετίας 2007 – 2008.

Στην Ελλάδα, η κορύφωση των τιμών σημειώθηκε στο α’ εξάμηνο του 2008.        Στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, η κορύφωση της πορείας των τιμών συνέβη μερικούς μήνες νωρίτερα.

Κατά την περίοδο 2008 – 2012, οι τιμές των ακινήτων στην Ελλάδα, έχουν υποχωρήσει σημαντικά. Όπως προκύπτει από το σχετικό πίνακα της Τράπεζας της Ελλάδας, κατά το 2008 οι τιμές σημείωσαν αύξηση κατά 1,5%, ενώ σημείωσαν επιταχυνόμενη υποχώρηση κατά την περίοδο 2009-2012 (2009: – 4,3%, 2010: -4,4%, 2011: -5,5% και 2012: -11,8%).

Παράλληλα, κατά την περίοδο 2008-2011 (δεν έχουν ακόμη εκδοθεί τα στοιχεία του 2012), προκύπτει ότι σημειώνεται πτώση των τιμών σε δέκα από τις 20 χώρες του πίνακα. Η δε πτώση των τιμών στην Ελλάδα, είναι η 6η μεγαλύτερη, από τις 10 χώρες όπου οι τιμές υποχωρούν.

Ο  «ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΣ ΙΠΠΟΣ- ΡΟΛΟΣ» ΤΩΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΩΝ ΤΙΜΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΡΟΛΟΥ

Ποιός ήταν ο ρόλος του “θεσμού” των αντικειμενικών αξιών σ’ αυτή την παράλογη εξέλιξη;

Η, κάθε μερικά χρόνια, εξαιρετικά μεγάλη αύξηση των αντικειμενικών αξιών, επισημοποιούσε τις ήδη υψηλές εμπορικές τιμές και δημιουργούσε προσδοκίες για περαιτέρω άνοδο.

Η προ-αναγγελία και μόνο, ως «διαρροή» στα ΜΜΕ, περί επικείμενης αύξησης των αντικειμενικών τιμών αρκούσε ,για να ανοίξει η «ψαλίδα» των «εμπορικών τιμών» σε σχέση με τις αντικειμενικές. Δημιουργούσε βέβαια, και ένα «επιμύθιο» στους πολίτες που προστρέχανε αγχωμένοι να μεταβιβάσουν ότι, θα προλάβουν να το κάνουν πριν αυξηθεί το κόστος. Και, δίνανε έτσι και πρόσκαιρα, αυξημένη επαγγελματική ύλη σε ορισμένες επαγγελματικές ομάδες (συμβολαιογράφους, δικηγόρους και, δευτερευόντως, σε μηχανικούς).

Ας έχουμε επίσης υπ’ όψιν, για την ίδια περίοδο, τρεις σημαντικές παραμέτρους:

  1. Η θέσπιση ΦΠΑ στις αγοραπωλησίες από το 2005 με έναν απότομο τρόπο, δημιούργησε παρενέργειες στην κτηματαγορά, την ίδια στιγμή που διατηρούνταν δε ισχύ σε υψηλά ποσοστά ο φόρος μεταβίβασης και άλλοι επιβαλλόμενοι φόροι.
  2. Η διαρκής άνοδος – και σε ορισμένα υλικά αναιτιολόγητα «περίεργα» υψηλή- του τιμάριθμου των οικοδομικών υλικών.
  3. Η εξέταση κάθε φορά ανά Δήμο (γνωμοδοτικά) του εκ νέου, προσδιορισμού των αντικειμενικών τιμών, γίνονταν από μία θεσμική (προβλεπόμενη εκ της ισχύουσας νομοθεσίας) επιτροπή των τοπικών ΔΟΥ, με συμμετοχή και εκπροσώπων φορέων.

Το ΤΕΕ έστελνε πάντα εκπροσώπους μηχανικούς που μάλιστα, είχαν άμεση σχέση και γνώση της κατάστασης στην κτηματαγορά. Κανείς δε γνωρίζει το πώς υπολογίζονται οι Τιμές Ζώνης. Ποτέ δεν έχει εξηγηθεί η μεθοδολογία μέσα από την οποία κάποιοι αποφάσισαν ότι, μεταξύ του 2006 (είχε γίνει η προτελευταία αναπροσαρμογή) και του Μαρτίου του 2007 (όταν έγινε η τελευταία αναπροσαρμογή), η “αξία” κάποιου ακινήτου άλλαξε κατά 55% ή κατά 60% (αυτές οι ανατιμήσεις ήταν μάλλον συνηθισμένες στην τελευταία αναπροσαρμογή).

Από το 2006 μέχρι και πρόσφατα, η θεσμική άποψη του ΤΕΕ που κατέθεταν οι εκπρόσωποί του, τεκμηρίωνε την αναγκαιότητα μείωσης των αντικειμενικών τιμών ή, τουλάχιστον, τη διατήρησή τους στα ίδια επίπεδα. Όμως, προσέκρουε πάντα στην επιβαλλόμενη πολιτική – οικονομίστικη – άποψη που είχε καθαρά, εισπρακτικό χαρακτήρα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΗΜΕΡΑ!

Σήμερα, οι τιμές των εμπορικών τιμών, μειώνονται ραγδαία.

Διανύουμε ήδη, μία φάση που η πτώση έχει ήδη ξεπεράσει το 30% (α’ τρίμηνο του 2013),

Τα αίτια της πτώσης, κατά κύριο λόγο συσχετίζονται με την οικονομική κρίση. Η μεγάλη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, προκαλεί σοβαρότατη μείωση των εισοδημάτων στην κοινωνία και συντελεί στην αύξηση της αβεβαιότητας για το μέλλον.

Παράλληλα όμως, ένα από τα βασικά αίτια της πτώσης των ακινήτων είναι η επαχθής φορολογία που έχει επιβληθεί επ’ αυτών.

Όμως, στο Υπουργείο των Οικονομικών, μερικοί εξακολουθούν να ομιλούν, πέραν της αναβολής μείωσής τους,  ακόμη και για αύξηση των αντικειμενικών τιμών!

Είναι ένας νέος τρόπος να αυξήσουν τους φόρους. Όμως, είναι κάτι το πραγματικά παράλογο! Να αυξηθούν οι αντικειμενικές τιμές, σε μία περίοδο που τα πάντα γύρω μας καταρρέουν; Ακόμα και, που παραμένουν στα επίπεδα αυτά είναι εξωφρενικό.

Όπως σημειώνει και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος: “H συνεχής αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης της ακίνητης περιουσίας τα τελευταία έτη, το υψηλό κόστος συναλλαγών με τις υποχρεωτικές επιβαρύνσεις κατά τη μεταβίβαση των ακινήτων, αλλά και η συνεχιζόμενη αστάθεια του φορολογικού πλαισίου, αποτελούν πιθανότατα τα σημαντικότερα εμπόδια στην ανάκαμψη της ελληνικής κτηματαγοράς. Στην εντεινόμενη ύφεση της αγοράς ακινήτων και τη δυσκολία ανάκαμψής της έχουν βεβαίως συμβάλει, εκτός των άλλων, το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών και η ανησυχία τους για τις προοπτικές των εισοδημάτων και της απασχόλησης, καθώς και το γεγονός ότι έγιναν αυστηρότεροι οι όροι της τραπεζικής χρηματοδότησης”.

 

 

 

 

 

 

 

 

Οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, θα πρέπει να μειωθούν!

 

Η άποψη αυτή βασίζεται:

 

α) Στις αντικειμενικές συνθήκες και εξελίξεις της αγοράς των ακινήτων, όπως αποδεικνύεται ατράνταχτα από τους δείκτες τιμών της Τράπεζας της Ελλάδος.

β) Στις προβλέψεις του ίδιου του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος ο οποίος ομιλεί για πτώση των τιμών που προκαλούν οι συνεχείς αυξήσεις των φόρων επί των ακινήτων.

γ) Στο περιβάλλον ύφεσης που επικρατεί στη χώρα, το οποίο ωθεί τις τιμές προς τα κάτω.

δ) Στις διεθνείς τάσεις των τιμών των ακινήτων (ειδικότερα στις χώρες που είχαν σημειώσει άνοδο την προηγούμενη 20ετία).

ε) Στην πτώση των ενοικίων. Όπως συχνότατα αναφέρεται σε μελέτες της Τράπεζας της Ελλάδος, “η τιμή των κατοικιών ισούται με την παρούσα αξία όλων των μελλοντικών υπηρεσιών (τα ενοίκια), που το ακίνητο θα προσφέρει στον κάτοχο του ακινήτου συν την παρούσα αξία του τιμήματος που αναμένεται να εισπραχθεί από την πώληση του ακινήτου στο μέλλον”. Με άλλα λόγια, η αξία ενός πράγματος, εξαρτάται από τις προσόδους που αυτό επιφέρει στον ιδιοκτήτη του. Όταν μειώνονται οι πρόσοδοι, μειώνεται και η αξία του.

στ) Στις αντικειμενικές συνθήκες που δεν κάνουν λογική μία άνοδο των τιμών (και που απεναντίας ωθούν σε περαιτέρω πτώση): Μεγάλος όγκος αδιάθετων κατοικιών, μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και συνεπώς, μικρότερες ανάγκες επαγγελματικής στέγασης, μείωση του πληθυσμού, μείωση του αριθμού των μεταναστών, δραματική περικοπή της στεγαστικής πίστης από τις τράπεζες και, κορεσμός της ανάγκης για απόκτηση κατοικίας από τον πληθυσμό.

            Σημαντικό σημείο που πρέπει να έχουν υπ’ όψιν οι Κυβερνώντες, είναι ο φόβος δικαστικών αποφάσεων που θα δικαιώνουν ιδιοκτήτες οι οποίοι έχουν προσφύγει σε διάφορες περιοχές ζητώντας μείωση των αντικειμενικών. Και είναι νομικά βεβαιωμένο – και από νομολογίες και από το Συνήγορο του πολίτη- ότι, αυτό θα επιβεβαιωθεί.

 

 

 

 

 

 

 

 

            ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ & ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

Είναι παγκόσμια πρωτοπορία αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα. Η πολλαπλή φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας και μάλιστα, σε συντριπτικό βαθμό, καθίσταται «επαχθής» και «δημευτικός» αφού:

                Επιβάλλεται «σωρευτικά» και «σε διάρκεια» έτσι που, η φορολόγηση ξεπερνά την αξία της σε χρόνο αντιστρόφως ανάλογο με τη δυνατότητα αξιοποίησης της, «απαξιώνοντας» την έτσι  ως «ιδιοκτησία» με τη Συνταγματική της έννοια.

                Επιβάλλεται «κατ’ αναγκασμό» ανεξάρτητα αν εισφέρει εισόδημα στον κάτοχο ή υπεραξία και, κατά συνέπεια, «φορο- λογοδοτεί» κάποιος για το Συνταγματικό δικαίωμα της ιδιοκτησίας (εκτός και αν αλλάξαμε πολιτικό σύστημα και δεν το αντιληφθήκαμε…).

Επιβάλλεται «χωρίς ανταποδοτικότητα» όταν, σε πλείστες χώρες (ακόμα και όχι τόσο προηγμένες) η φορολόγηση των ακινήτων έχει «ανταποδοτικό χαρακτήρα» και γι’ αυτό τον αντίστοιχο πόρο εκεί, τον διαχειρίζεται η τοπική αυτοδιοίκηση.

            ΕΝΦΙΑ – «ΕΝΔΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ»

Τελευταίο εφεύρημα «διατήρησης του έκτακτου χαρατσιού» είναι ο ΕΝΦΙΑ ο οποίος, παγιώνει την υπερφορολόγηση της μικρής και μεσαίας ιδιοκτησίας, αφού οι φόροι που θα εισπράττονται εφεξής από τα ακίνητα θα είναι 6,5 φορές μεγαλύτεροι από τα προ κρίσης επίπεδα, και μάλιστα με εξωπραγματικές αντικειμενικές αξίες του 2007.

Εισπράξεις κρατικού προϋπολογισμού από φόρους στην περιουσία
2009 2010 2011 2012 2013 (εκτ.) 2014 (προβλ.)
526 487 1172 2857 2784 3937

 

Δεν προβλέπεται αφορολόγητο και δεν προστατεύεται η πρώτη κατοικία και η μικρή ιδιοκτησία. Ο βασικός φόρος του ΕΝΦΙΑ (δηλαδή ο 1ος φόρος που θα προσομοιάζει με το χαράτσι) θα επιβάλλεται από το πρώτο τ.μ. ανά ακίνητο, σε όλα τα ηλεκτροδοτούμενα και μη ακίνητα, σε οικόπεδα και αγροτεμάχια. Η κλίμακα του κύριου φόρου για τα κτίρια και τα αγροτεμάχια έχει αρνητική προοδευτικότητα, επιβαρύνοντας αναλογικά περισσότερο τα ακίνητα σε περιοχές με μικρότερη τιμή ζώνης.

Φορο- ελαφρύνεται σκανδαλωδώς η πολύ μεγάλη ακίνητη περιουσία, αφού στην κλίμακα του συμπληρωματικού φόρου, δεν περιλαμβάνεται η ανώτερη κλίμακα 2% του ΦΑΠ για περιουσίες άνω των 5.000.000 Ευρώ, που ίσχυε μέχρι σήμερα.

Έτσι κάτοχος ακίνητης περιουσίας 10.000.000 € θα πληρώσει συμπληρωματικό φόρο 93.600 € ενώ το 2013 πλήρωνε ΦΑΠ 144.400 €. Δηλαδή με τον νέο φόρο θα πληρώσει 50.800 € (ή 35%) λιγότερα!!!

Επιβαρύνονται σημαντικά οι μονοκατοικίες, αφού πέρα από το κτίριο, θα επιβάλλεται επιπλέον φόρος και στο οικόπεδο ή στο αγροτεμάχιο που βρίσκεται το ακίνητο. Οι επιβαρύνσεις, ιδιαίτερα στην επαρχία θα είναι υπέρογκες, αφού οι μονοκατοικίες είναι ο κανόνας, ιδιαίτερα στα χωριά.

Ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας φόρος χωρίς καμία ανταποδοτικότητα, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες όπου, ο φόρος ακίνητης περιουσίας ή περιουσίας εν γένει, κατευθύνεται σε συγκεκριμένες ανταποδοτικές δαπάνες, και κυρίως, αποτελεί πόρο της τοπικής αυτοδιοίκησης.
 

 

 

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

            Σήμερα, η κατοχή ακίνητης περιουσίας έχει καταντήσει «βραχνάς».       «Κατάρα» για τις κληροδοτούμενες νέες γενιές.

Μην αμφιβάλει κανείς ότι, η πολιτική ηγεσία (πρώην, νυν και, επόμενη) δεν γνωρίζει το «άγος» που έχει φορτωθεί ο Έλληνας και η ακίνητη περιουσία του που, στη συντριπτική πλειοψηφία, δημιουργήθηκε με ιδρώτα, αίμα και σκέψη για τα παιδιά του. Η νοοτροπία του Έλληνα διαχρονικά, αντίθετη με εκείνη του Γερμανού.

Για την πολιτική ηγεσία «μείωση των αντικειμενικών τιμών» – την ίδια στιγμή που οι εμπορικές αξίες έχουν κατρακυλήσει στο 50% των αντικειμενικών- σημαίνει πρώτιστα, μέγα ζήτημα με τις Τράπεζες. Τις Τράπεζες που ο υπερδανεισμός σε στεγαστικά και επιχειρηματικά (επί παγίων) δάνεια – και μάλιστα επί της τότε εμπορικής αξίας που υπερέβαινε ή, «εκτιμούνταν» σε 30-50% πάνω της αντικειμενικής- θα δημιουργούσε «εγγυητικό κραχ». Παράλληλα, κάθε επιδιωκόμενος πλειστηριασμός δεν θα είχε αντίκρισμα.

Οφείλει όμως, η πολιτική ηγεσία να λάβει παράλληλα και κάτι άλλο, σοβαρά υπ’ όψιν. Τους δανειολήπτες.

Τους δανειολήπτες- φυσικά πρόσωπα που έλαβαν στεγαστικό δάνειο σε ύψος που προφανώς (όφειλε και η Τράπεζα να το ελέγχει πριν το εγκρίνει) αντιστοιχούσε στην αγοραστική του δύναμη να ανταποκριθεί και να το αποπληρώσει. Αγοραστική δύναμη που μειώθηκε δραματικά από την υφεσιακή πολιτική των περικοπών μισθών στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα αλλά, και την «ελώδη» κατάσταση στην ελεύθερη αγορά σε συνδυασμό και με την φορομπηχτική πολιτική αφαίμαξης.

Τους δανειολήπτες- επιχειρήσεις που, εκτός από τις χρόνιες αντικειμενικές παθογένειες της πολιτείας (γραφειοκρατία- έλλειψη δυναμικού πλαισίου διαφύλαξης υγιούς ανταγωνισμού- έλλειψη στήριξης της επιχειρηματικότητας τόσο εντός Ελλάδας όσο και της εξωστρεφούς διαδικασίας) είχαν να αντιμετωπίσουν και τις χωρίς οξυγόνο συνθήκες της αγοράς των τελευταίων υφεσιακών χρόνων.             Έλλειψη ρευστότητας και στήριξης από τον τραπεζικό τομέα, φορομπηχτική πολιτική χωρίς σταθερό φορολογικό σύστημα, αφερεγγυότητα πληρωμών και καθυστέρηση των υποχρεώσεων από το ίδιο το κράτος.

Η μείωση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων μπορεί να είναι ένα εργαλείο «κουρέματος» των δανείων έτσι ώστε, να είναι εξυπηρετήσιμα από τους δανειολήπτες και να μειωθεί ο σημερινός συντριπτικός βαθμός των «κόκκινων» δανείων. Αυτό το επιβάλλει η Συνταγματική και Κοινωνική νομιμότητα και ηθική, την στιγμή που, για τους δανειολήπτες ίσχυσε, βάση της ακολουθούμενης πολιτικής, η μείωση της αγοραστικής δύναμής του, η αυξανόμενη ανεργία, η υπερφορολόγηση σε αντιδιαστολή με την ενίσχυση (από το 2008 και μετά) και την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών.

 

Η ΠΡΟΤΑΣΗ της Νέας Λάρισας για άμεσες                                 ενέργειες του Δήμου Λαρισαίων

  1. Η μείωση των αντικειμενικών τιμών είναι επιβεβλημένη και πρέπει να γίνει ΤΩΡΑ.

Σταδιακά, να μελετηθεί και η κατάργησή τους και η αντικατάσταση από ένα «Παρατηρητήριο κτηματαγοράς» που «πυρήνα ευθύνης και απόφασης»  θα έχει τον 1ο βαθμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και, την Περιφέρεια ως «πυρήνα συντονισμού». Στο Παρατηρητήριο αυτό, προφανώς, θα συμμετέχουν αποφασιστικά και οι αρμόδιοι φορείς. Έτσι, η ΤΑ θα αποκτήσει όχι απλά πόρους αλλά, θα μπορέσει να δημιουργήσει αναπτυξιακή στρατηγική με κοινωνικά χαρακτηριστικά και επιχειρηματικά κίνητρα για την περιοχή της.              Δίνοντας έτσι, τη δυνατότητα στην τοπική κοινωνία να αισθανθεί ότι πραγματικά, «δίνει αυτό που υποχρεούται και, παίρνει ανταποδοτικά αυτό που δικαιούται».

  1. ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ κάθε «επαχθούς» φορολογικού βάρους επί της ακίνητης ιδιοκτησίας που, στην ουσία την «δημεύει» και που, δεν έχει ανταποδοτικό αντίκρισμα προς τους πολίτες (είτε προσωπικά είτε γενικά, χάριν του δημοσίου συμφέροντος). Ο «ΔΗΜΕΥΤΙΚΟΣ ΚΕΦΑΛΙΚΟΣ» ΕΝΦΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΡΓΗΘΕΙ.
  2. Μεταβίβαση ευθύνης και ανταποδοτικού πόρου εκ των ακινήτων προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση 1ου βαθμού (ΜΟΝΟ εφόσον μπορεί ο Δήμος να ασκεί μία «δημοτική πολιτική γης» και προσδιορισμού του πόρου αυτού μέσω του «παρατηρητηρίου»). Δεν συμφωνούμε δηλαδή σήμερα, με την διαφαινόμενη «αντικατάσταση θεσμοθετημένων πόρων της ΤΑ από το δημευτικό ΕΝΦΙΑ» με απλή μετάθεση της ευθύνης είσπραξης του από την ΤΑ όταν την ευθύνη θέσπισής του την έχει η κεντρική κυβέρνηση.
  3. Ο Δήμος Λαρισαίων να αναλάβει άμεσα πρωτοβουλίες προστασίας των δημοτών και ανατροπής της «δημευτικής πολιτικής» επί των ακινήτων στην κατεύθυνση:
  • Σύγκλισης έκτακτου ΔΣ με την κλήση για συμμετοχή και σύμπραξη στη συνέχεια όλων των φορέων της πόλης (με ιδιαίτερη ευθύνη τοποθέτησης στο ΔΣ των αρμοδίων με τα ακίνητα φορέων – Δικηγορικός Σύλλογος, ΤΕΕ, Οικονομικό Επιμελητήριο, Επιμελητήριο, Εργατικό Κέντρο, ΣΘΕΒ, Σύλλογος κτηματομεσιτών, Σύλλογος Ιδιοκτητών)
  • Δημιουργία adhoc«Επιτροπής εμπειρογνωμόνων» σε συνεργασία και με τους αρμόδιους φορείς με στόχο την άμεση απόδοση πορίσματος της πραγματικής εικόνας της κτηματαγοράς του Δήμου Λαρισαίων και της προοπτικής της. Έτσι, θα υπάρχει αφενός, η δυνατότητα χάραξης πολιτικής γης από το Δήμο σε πλείστα ζητήματα (τελών, εισφορών, δεσμευμένων οικοπέδων κά) αφετέρου, θα είναι το «εργαλείο τεκμηρίωσης και διεκδίκησης» προς την Κεντρική εξουσία για αλλαγή πολιτικής.
  • Συντονισμού άμεσων νομικών ενεργειών προστασίας των δημοτών αλλά, και της ακίνητης περιουσίας του Δήμου (σημερινής και προσδοκώμενης).
  • Συντονισμού οργάνωσης ανοικτής εκδήλωσης (με προσκεκλημένους ειδικούς ομιλητές) – διαδήλωσης (με κάλεσμα των δημοτών) για να αναδείξουμε το τεράστιο ζήτημα της φορολογικής «ασφυξίας» και «δημευτικής πολιτικής» επί της ακίνητης περιουσίας που υπόκεινται οι δημότες μας (και όλοι οι Έλληνες φυσικά)

 

Για τη Νέα Λάρισα

ΚωνσταΝτίνος Διαμάντος, Δημοτικός Σύμβουλος- επικεφαλής Νέας Λάρισας

Κατερίνα Ζιαζιά– Σουφλιά, Δημοτική Σύμβουλος

Μάριος Ξηρομερίτης, Δημοτικός Σύμβουλος

Προηγούμενο άρθρο Δύο συλλήψεις για ηρωίνη στη Λάρισα
Επόμενο άρθρο Στον Δήμαρχο Κιλελέρ ο Χρ. Κέλλας