«Η γεωγραφία μας επιβάλλει να κάνουμε διάλογο. Έχουμε έναν δύσκολο γείτονα. Μακάρι να ήμασταν στις χώρες του Μπενελούξ, να συνορεύαμε με το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο και την Ολλανδία και να μην είχαμε κανέναν ζήτημα διεκδικήσεων από τις χώρες με τις οποίες συνορεύουμε και να μην επιβουλεύονταν την εθνική μας ακεραιότητα. Από τη στιγμή, όμως, που είμαστε το ανατολικό προπύργιο της Ευρώπης, το σύνορο της Ευρώπης με την Ανατολή, εμείς δεχόμαστε πρώτοι όλες αυτές τις επιθετικές κινήσεις από αρχαιοτάτων χρόνων. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν,είμαστεαναγκασμένοι να συζητούμε». Τα παραπάνω τόνισε ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, στην TRT, ερωτηθείς από τον δημοσιογράφο κ. Σωτήρη Πολύζο, για την επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν.
Ο Θεσσαλός πολιτικός υπογράμμισε ότι «η Τουρκία ενοχλείται διότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη με συστηματικές κινήσεις, αυτά τα σχεδόν δύο χρόνια που βρίσκεται στην αρχή, έχει καταφέρει με διπλωματική δεινότητα καιταυτόχροναμε επίδειξη αποφασιστικότηταςνα καταστούνόλες οι τουρκικές διεκδικήσεις ευρωτουρκικές διαφορές. Και αυτό είναι που την ενοχλεί, διότι αλλιώς θα ήθελε να “παίζει”, σε άλλο γήπεδο θα ήθελε να “παίζει”, σε ένα πιο στενό ελληνοτουρκικό γήπεδο, και αντιλαμβάνεται ότι είναι αναγκασμένη να παίζει στην ευρωτουρκική αρένα, γιατί όλα αυτά τα ζητήματαπου θέτει είναι αμφισβήτησης του διεθνούς δικαίου, του δικαίου της θάλασσας που δεν έχει υπογράψει. Αμφισβητώντας τα ελληνικά σύνορα, αμφισβητεί τα ευρωπαϊκά σύνορα. Τα σύνορα της Ελλάδας είναι και σύνορα της Ευρώπης- ανατολικά σύνορα της Ευρώπης. Επομένως ορθώς συζητούμε».
Όχι μεγάλα λόγια για την εξωτερική πολιτική
Σε ερώτηση σχετικά με την επικύρωση των πρωτοκόλλων για τη συμφωνία των Πρεσπών οΘεσσαλός πολιτικόςαπάντησεότι «αυτά που λέγαμε ως αντιπολίτευση, τα επαναλαμβάνουμε και σήμερα. Δεν είναι μια εθνικά συμφέρουσα συμφωνία η συμφωνία των Πρεσπών. Από τη στιγμή, όμως, που υπεγράφη μια συμφωνία δεσμεύει τη χώρα. Άρα το ζητούμενο, λοιπόν, είναι, τουλάχιστον, να εφαρμοστεί κατά γράμμα και από την άλλη πλευρά, γιατί μέχρι στιγμής βλέπουμε ότι δεν εφαρμόζεται κατά γράμμα από την άλλη πλευρά η συμφωνία των Πρεσπών. Από κει και πέρα, μεγάλα λόγια τώρα για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής καλό είναι να αποφεύγονται. Και το λέω αυτό μετά λόγου γνώσεως. Όποτε ενεπλάκησαν τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και έγιναν αντικείμενο εσωτερικής αντιπαράθεσης με στόχο κομματικά οφέλη δεν είχαμε καλά αποτελέσματα».
Υποχρέωση εμβολιασμών και προνόμια
Αναφορικά με την υποχρεωτικότητα των εμβολίων και τα “προνόμια” σε όσους εμβολιασθούν ο κυβερνητικός βουλευτής απάντησε ότι «δυστυχώς, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό πολιτών οι οποίοι δεν έχουν εμβολιαστεί, είτε γιατί έχουν αδιαφορήσει, είτε γιατί παρασύρονται από διάφορες ανεύθυνες θεωρίες που με ευκολία διακινούνται ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Προκύπτουν, λοιπόν, δύο ζητήματα: το ένα είναι κατά πόσον είναι στάση ευθύνης κάποιοι που εργάζονται σε χώρους ιδιαίτερης ευθύνης, όπως είναι οι υγειονομικοί, τα νοσοκομεία, τα φαρμακεία, οι χώροι υγείας. Ο πρωθυπουργός είχε προαναγγείλει και σε συνέντευξή του πριν από κάποιους μήνες ότι το φθινόπωρο θα σκεφτούμε πολύ σοβαρά να νομοθετήσουμε τηνυποχρεωτικότητατου εμβολίου για όσους είναι στον χώρο της υγείας. Το επανέλαβε και χθες και αναμένει τη σχετική γνωμοδότηση της αρχής βιοηθικής, προκειμένου η κυβέρνηση να πάρει τις οριστικές της αποφάσεις. Το δεύτερο έχει να κάνει με τις διευκολύνσεις και αυτή η συζήτηση νομίζω ότι είναι εύλογη, διότι υφιστάμεθα εδώ και πόσους μήνες μια ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία. […]Η πολιτεία θα πρέπει να έχει παράσχει τη δυνατότητα σε όλον τον ενήλικο πληθυσμό της χώρας να εμβολιαστεί, προκειμένου να πάρει τις όποιες αποφάσεις μετά για διευκολύνσεις όσων έχων εμβολιαστεί ή όχι».