Το άλυτο πρόβλημα των υδάτων υπονομεύει το αναπτυξιακό μέλλον της Θεσσαλίας


Tags |

Την περίοδο που διανύουμε η Εθνική Οικονομία κινείται στον αστερισμό ενός «σχεδίου ανάκαμψης», στη βάση της αναμενόμενης ενίσχυσης από το αντίστοιχο Ταμείο της ΕΕ, για το οποίο η Κυβέρνηση φαίνεται ότι έχει οριστικοποιήσει τις βασικές κατευθύνσεις, ενώ παράλληλα εκπονεί το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης (ΕΠΑ,2021 – 2025) της χώρας.

Επικεντρώνουμε την τοποθέτησή μας στην Θεσσαλία, στις επιλογές και τις πρακτικές των αρμόδιων οργάνων της Κυβέρνησης και των τοπικών αυτοδιοικητικών φορέων, για τα σημερινά  και μελλοντικά προβλήματα.  Όλα τα σχέδια υποτίθεται ότι στοχεύουν στην αειφορική και διατηρήσιμη ανάπτυξη, στη πράσινη οικονομία και στη προσαρμογή στη κλιματική αλλαγή.

Βασικοί πυλώνες για την βιώσιμη ανάπτυξη στη θεσσαλική περιφέρεια είναι η γεωργία/κτηνοτροφία, η μεταποίηση και η παραγωγή ενέργειας (χωρίς να υποτιμούμε την σημασία των μεταφορών, του τουρισμού, των υπηρεσιών και άλλων τομέων).

Θα πρέπει για τον σχεδιασμό να ληφθούν υπόψη η εδώ και δεκαετίες, παγιωμένη πλέον, «κακή» κατάσταση των υδάτινων οικοσυστημάτων της (επιφανειακών και υπόγειων), η απειλή από φαινόμενα ξηρασίας και λειψυδρίας,αλλά και πλημμυρών, απέναντι στα οποία η Θεσσαλία είναι ευάλωτη και ανοχύρωτη,καθώς και το μεγάλο θέμα της επάρκειας και της διαχείρισης των υδατικών πόρων της περιοχής.

Συνεπώς, για ένα σοβαρό και αξιόπιστο αναπτυξιακό σχέδιο στις σημερινές συνθήκες, θα πρέπει πρώτα και πέρα από οτιδήποτε άλλο να αξιολογηθεί η Θεσσαλία ως «υδατικό διαμέρισμα» και μόνο μετά από αυτό να αντιμετωπισθεί ως περιφερειακή ενότητα. Δυστυχώς, κάτι τέτοιο δεν βλέπουμε να ακολουθείται.

Σήμερα στην περιοχή μας παρατηρούμε ότι συγκρούονται δύο διαφορετικές αντιλήψεις για την ανάπτυξη.

Η πρώτη είναι η «συμβατική» αντίληψη, δηλαδή να παράγουμε συνεχώς όλο και περισσότερα «έργα» σε διάφορους τομείς, αξιοποιώντας με μια «μηχανιστική» λογική τις ποικίλες χρηματοδοτικές πηγές από Ευρωπαϊκά προγράμματα και εθνικούς πόρους, ενώ στην συνέχεια ακολουθεί μια συστηματική  επικοινωνιακή τακτική, δημιουργώντας μία επίπλαστη εικόνα προόδου και ευημερίας, βελτίωση της θέσης των εργαζομένων και της κοινωνίας συνολικά, επιφέροντας μόνο πρόσκαιρα αναπτυξιακά και κυρίως πολιτικά οφέλη, παρότι παραμένει χαμηλή η παραγωγικότητα του πρωτογενούς τομέα και η Θεσσαλία καθηλωμένη στην ούτως ή άλλωςπεριορισμένη ενεργειακή συνεισφορά της στην ηλεκτροπαραγωγή (με έργα από την δεκαετία 1960 !).

Η άλλη αντίληψη για την ανάπτυξη, θα έπρεπε να έχει προσανατολισμό την σε βάθος ανάλυση των δεδομένων, την επικέντρωση στα προβλήματα αλλά και στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής μας, την ανάδειξη των αναγκαίων στόχων για έργα και δράσεις.

Θα έπρεπε επίσης να έχει δοθεί πολύ μεγαλύτερο βάρος στο ζήτημα της ασφάλειας από κινδύνους ξηρασίας και λειψυδρίας που δυστυχώς ελλοχεύουν λόγω κλιματικής αλλαγής και, το κυριότερο, θα έπρεπε να  ενταχθούν στον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό τα κατάλληλα έργα που θα επιφέρουν αποκατάσταση της διαταραγμένης οικολογικής ισορροπίας στο Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας (ΥΔΘ).

Όπως όλα δείχνουν, η προοπτική να χαράξουμε μια τέτοια μέσο μακροπρόθεσμη στρατηγική βασισμένη στα παραπάνω κριτήρια, παρά τις υποσχέσεις, έχει μάλλον εγκαταλειφθεί και από την Κυβέρνηση και από τους αρμόδιους τοπικούς παράγοντες.

Αυτό άλλωστε υποδηλώνουν και οι άτολμες, σχεδόν απολογητικές, δηλώσεις του κ. Κυρ. Μητσοτάκη για την Θεσσαλία πρόσφατα στην ΔΕΘ, καθώς και η σιωπή της τοπικής ηγεσίας, όπου οι  αρμόδιοι δεν βρίσκουν το θάρρος να επιβάλλουν το σχέδιο που πραγματικά χρειαζόμαστε.

Ας ξεκαθαρίσουμε το εξής : Η πρόθεσή μας δεν είναι να κουνάμε το δάχτυλο και να μοιράζουμε γενικώς ευθύνες προς κάθε κατεύθυνση. Δεν μπορούμε όμως και να αγνοήσουμε το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε κατάσταση συναγερμού και ότι οι κρίσιμες επιλογές αυτής της περιόδου (οι οποίες στο κάτω – κάτω θα έπρεπε να συμβαδίζουν με όσα οι πολιτικοί επί χρόνια υπόσχονται στον θεσσαλικό λαό), θα καθορίσουν το μέλλον της Θεσσαλίας για πολλές επόμενες δεκαετίες.

Με αυτές τις σκέψεις και τις ανησυχίες παρουσιάζουμε συνοπτικά τις προτάσεις μας,που πρέπει να περιληφθούν στα σχέδια που εκπονούνται :

  1. Άμεση εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου εφαρμοστικού σχεδίου (masterplan) με τα αναγκαία έργα και δράσεις για την σταδιακή μείωση των υδατικών ελλειμάτων στο ΥΔΘ, εφαρμογή μιας πολιτικής με κίνητρα και μέτρα για μείωση των καταναλώσεων (κυρίως στη Γεωργία), ένταξη στο «πακέτο» ανάκαμψης νέων ταμιευτήρων νερού περιμετρικά της λεκάνης Πηνειού (Σκοπιά Φαρσάλων, Ελασσόνα, Πύλη, Νεοχώρικ.α) και των σχετικών έργων μεταφοράς και διανομής νερού.
  2. Άμεση επανέναρξη των διαδικασιών ολοκλήρωσης του ημιτελούς ταμιευτήρα Συκιάς επί του Άνω Αχελώου, καθώς και της, πλήρως διανοιγμένης, σήραγγας μεταφοράς (μήκους 18 χλμ.) από Συκιά προς Δρακότρυπα (Μουζάκι), για την οποία απομένει μόνο η εσωτερική επένδυση ενός τμήματος.

Ο ταμιευτήρας Συκιάς αναμένεται να παράσχει την αναγκαία (και επιβαλλόμενη από Ευρωπαϊκή Οδηγία) ασφάλεια της Θεσσαλίας έναντι της αναμενόμενης λειψυδρίας. Επιπλέον προβλέπεται η υδροηλεκτρική αξιοποίηση των υδάτων αυτών (ενέργεια υψηλής αξίας από εγχώρια και ανανεώσιμη πηγή) καθώς και αποθήκευση μέρους της παραγόμενης (από ΑΠΕ) ενέργειας με το σύστημα της άντλησης – ταμίευσης.

  1. Μέρος των σημαντικών αποθεμάτων του ταμιευτήρα Συκιάς, θα μεταφέρονται στον κάμπο για τεχνητό εμπλουτισμό των απειλούμενων υπόγειων υδροφορέων, έτσι ώστε, σε μια πορεία ετών, να καλυφθούν τα τεράστια ελλείμματα νερού που επί σχεδόν τριάντα χρόνια συσσωρεύθηκαν ανεξέλεγκτα και που ο όγκος τους υπερβαίνει τα τρία (3) δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού !

Παράλληλα, κάποιες ποσότητες νερού, θα ανακουφίσουν προσω-ρινά και τους επιφανειακούς υδροφορείς (ποτάμια, λίμνες) έως την ολοκλήρωση των περιφερειακών ταμιευτήρων που προαναφέραμε.

  1. Τέλος, τα ύδατα που αθροιστικά θα διατίθενται πλέον από τους ταμιευτήρες των λεκανών Πηνειού και Αχελώου, υπό προϋποθέσεις, θα προσφέρουν την δυνατότητα για ανάπτυξη της Γεωργίας, σε μια κατεύθυνση αειφορίας, περιβαλλοντικής ασφάλειας, εκσυγχρονισμού, υψηλότερων αποδόσεων, μειωμένου κόστους παραγωγής, αύξησης των γεωργικών εισοδημάτων κ.ο.κ.

Όλα αυτά θα συμβάλλουν επίσης στον διακηρυγμένο και υψηλής προτεραιότητας στόχο της ΕΕ και της χώρας για την «διατροφική ασφάλεια»,με επενδύσεις στην μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, την αύξηση των εξαγωγών, με άμεσο θετικό αντίκτυπο στην κοινωνική συνοχή, στην απασχόληση και ειδικά την παραμονή των νέων στον τόπο τους.

Να γιατί ισχυριζόμαστε ότι οι παρεμβάσεις που προτείνουμε είναι «εκ των ουκ άνευ».

Να γιατί επιβάλλεται συνεπώς η απομάκρυνση των εμποδίων για υλοποίηση έργων στον κομβικό τομέα των υδάτων, τα οποία δημιουργούνταιείτε από άγνοια, είτε από κοντόφθαλμες αντιλήψεις για το περιβάλλον, είτε από τις παρωπίδες κάποιων που προτιμούν να δούνε στάσιμη την Θεσσαλία παρά να αποδεχθούν την αυταπόδεικτη ανάγκη ενίσχυσης του υδατικού δυναμικού της μέσω της λεκάνης του Αχελώου. Βεβαίως, όλοι αυτοί, είτε ως Κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση, απέτυχαν να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη και να «διαγράψουν», όπως επιχείρησαν, το όραμα για την εξάλειψη των τεράστιων υδατικών ελλειμμάτων στους υδροφορείς της Θεσσαλίας με την ολοκλήρωση των αναγκαίων έργων. Το ίδιο θα συμβεί και αυτή τη φορά, η ζημίαόμως από τις όποιες καθυστερήσεις,θα είναι τεράστια για την περιοχή και τη χώρα.

Ας είμαστε όμως δίκαιοι. Σήμερα, όπως διαμορφώνεται η κατάσταση, η Κυβέρνηση του κ. Κυρ. Μητσοτάκη, ακολουθεί αντικειμενικά τις ίδιες πρακτικές με τους προκατόχους της, επιβάλλοντας «πάγωμα» σε όλα τα αξιόλογου μεγέθους έργα ταμίευσης (λ. Πηνειού) και, κατά μείζονα λόγο, στον ταμιευτήρα Συκιάς και την σήραγγα μεταφοράς επί του Αχελώου.

Η παρατηρούμενη απραξία από τον Πρωθυπουργό, τους αρμόδιους  Υπουργούς (Κ. Καραμανλή, Κ. Χατζηδάκη κ.α, χωρίς να αγνοούμε κάποιες κατ’ εξαίρεση θετικές κινήσεις), και η αμήχανη αποδοχή αυτής της αδράνειας από όλους εκείνους που υπηρετούν ή στηρίζουν άκριτα την Κυβέρνηση, δημιουργεί απογοήτευση και αποτελεί διάψευση των ελπίδων στο λαό.

Κάποιες ανούσιες ψευτοδιακηρύξεις από ορισμένους ότι είναι δήθεν «υπέρ της εκτροπής Αχελώου», μάλλον πικρά χαμόγελα προκαλούν και,  φυσικά δεν αλλοιώνουν την πραγματικότητα.

 

Γράφουν οι Αρχοντής Δημήτρης (πρ. Δήμαρχος Καρδίτσας), Γέμτος Φάνης (ομότιμος καθηγητής Παν/μίου Θεσσαλίας), Γιαννακός Κώστας (πρόεδρος Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας), Γκούμας Κώστας (πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ), Καλλές Γιάννης (πρόεδρος Εταιρείας Θεσσαλικών Μελετών), Μπαρμπούτης Τάσος (πρ. γραμματέας ΤΕΕ/Κ-ΔΘ)